ἁλμυροῦ

ἁλμυροῦ
ἁλμυρός
salt
masc/neut gen sg
ἁ̱λμυροῦ , ἁλμυρόω
make salt
imperf ind mp 2nd sg (doric aeolic)
ἁλμυρόω
make salt
pres imperat mp 2nd sg
ἁλμυρόω
make salt
imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Δημητριάδας και Αλμυρού, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδος με έδρα τον Βόλο. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 134 ενοριακοί ναοί, στους οποίους υπηρετούν συνολικά 188 κληρικοί. Για την αρτιότερη και πλέον εύρυθμη περιφερειακή οργάνωση, λειτουργούν οι αρχιερατικές… …   Dictionary of Greek

  • Όρμος Αλμύρου — Sp Almỹro įlanka Ap Όρμος Αλμύρου/Ormos Almyrou L Egėjo j. prie Kretos, Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Μαγνησίας, νομός — Διοικητική διαίρεση (2.636 τ. χλμ., 206.995 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας, που ωστόσο δεν συμπίπτει εντελώς με τα όρια της περιοχής της αρχαίας Μαγνησίας. Ο σημερινός ν.Μ. συνορεύει στα Β και στα Δ με τον νομό Λαρίσης, στα Ν με τον νομό… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Ιωάννης — I Ονομασία 31 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 230 μ., 699 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λακεδαίμονας του νομού Λακωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μυστρά. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ., 189 κάτ.) στην πρώην επαρχία Θηβών του νομού… …   Dictionary of Greek

  • Ιγνάτιος — I (Κωνσταντινούπολη 798; – 877). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (846 858, 867 877) και άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν γιος του αυτοκράτορα Μιχαήλ A’ του Ραγκαβέ και το κοσμικό όνομά του ήταν Νικήτας. Δέχτηκε το μοναχικό σχήμα σε ηλικία… …   Dictionary of Greek

  • Μαυρόλοφος — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 165 μ., 13 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αλμυρού του νομού Μαγνησίας. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, ΒΔ του Αλμυρού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αλμυρού. Παλαιότερα ονομαζόταν Καραδαναλί. 2 …   Dictionary of Greek

  • αλμυρός — I Κωμόπολη (υψόμ. 60 μ., 7.566 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αλμυρού του νομού Μαγνησίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αλμυρού. Ο σημερινός Α., που ιδρύθηκε τον 13ο αι., είναι ομώνυμος του παλαιότερου οικισμού που είχε δημιουργηθεί τον 9ο αι. μ.Χ.,… …   Dictionary of Greek

  • αφαλάτωση — Η αφαίρεση του άλατος που περιέχεται σε μια ουσία. Λέγεται και αφάλιση. Η ανάγκη παραγωγής πόσιμου νερού από τα μεγάλα αποθέματα του θαλασσινού ώθησε την τεχνολογία να αναζητήσει μεθόδους μετατροπής, έπειτα από μια ειδική κατεργασία, του αλμυρού… …   Dictionary of Greek

  • Άνω Μαυρόλοφος — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 160 μ., 24 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αλμυρού του νομού Μαγνησίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αλμυρού …   Dictionary of Greek

  • Αργιλοχώρι — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 170 μ., 66 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αλμυρού του νομού Μαγνησίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αλμυρού …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”